Γράφει ο Πέτρος Γαλάνης:
Καθώς βαδίζουμε στο πρώτο δεκαήμερο του Μαΐου και έχει περάσει η πρώτη φάση της καραντίνας με τους Έλληνες σταδιακά να βγαίνουμε από τα σπίτια μας έστω και υπό περιορισμούς, είναι πανθομολογούμενο ότι απλώς αλλάζουμε φάση και σε καμία περίπτωση δεν τελειώνουμε με αυτήν την πανδημία την οποία σταδιακά φαίνεται ότι αρχίζουμε και να συνηθίζουμε.
Με το παρόν κείμενο, θα προσπαθήσω να ιχνηλατήσω όσο αυτό είναι εφικτό τις εξελίξεις της επόμενης ημέρας και πώς οι ζωές μας ενδεχομένως θα αλλάξουν δια παντός μέσα από την κατάσταση την οποία όλοι ζούμε.
Είναι πασιφανές, θεωρώ, ότι στο πλαίσιο της λήψης μέτρων εναντίον της διασποράς του ιού επεβλήθη από τα περισσότερα κράτη μία άτυπη δικτατορία όπου περιεστάλη ένα πλήθος ατομικών αλλά και συλλογικών ελευθεριών, όχι πάντοτε ομολογουμένως με αρκούντως δικαιολογημένο τρόπο. Πλέον, ο ρόλος των ειδικών επιστημόνων και ιδίως των λοιμωξιολόγων έχει λάβει ιδιαζόντως εξέχουσα θέση ενώ οι κυβερνώντες διαμηνύουν σε όλους τους τόνους ότι οι αποφάσεις τις οποίες λαμβάνουν βασίζονται στις υποδείξεις των ειδικών. Σε αυτό το σημείο, ακόμα και ένας όχι τόσο πολύ καχύποπτος πολίτης θα μπορούσε να σκεφθεί ότι μία τέτοια κατάσταση, ιδίως αν συνεχισθεί επί μακρόν, στα χέρια ανθρώπων με όχι και τόσο διαφανείς επιδιώξεις, μπορεί να αποτελέσει δυνητικά εργαλείο για άσκηση πολιτικής η οποία δεν σχετίζεται με υγειονομικές
στοχεύσεις. Εν πάση περιπτώσει, αν και ο πειρασμός είναι μεγάλος, προσωπικά θα αποφύγω συνωμοσιολογικές προσεγγίσεις και θα αποφύγω να κάνω υποθέσεις τις οποίες δεν μπορώ να στηρίξω με συγκεκριμένα στοιχεία. Αυτό το οποίο θα προσπαθήσω να κάνω είναι να αναζητήσω τις ρίζες της συγκεκριμένης κρίσης στο φιλοσοφικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο έχει στηριχθεί η σημερινή κοινωνία και με αυτήν τη βάση να προσπαθήσω να προβλέψω ποιες μπορεί να είναι οι εξελίξεις στο εγγύς ή απώτερο μέλλον.
Θεωρώντας ως σημείο αφετηρίας το τέλος του Β ́ Παγκοσμίου Πολέμου, μπορούμε να πούμε ότι η πολιτιστική ενότητα της Δύσης και κατ ̓ επέκτασιν η Ελλάδα, βίωσε μία πρωτοφανή περίοδο ευμάρειας και γενικότερης βελτίωσης της ποιότητας ζωής των κατοίκων της ενώ υπήρξε αντικειμενικά η πιο ειρηνική περίοδο την οποία βίωσε στη μακραίωνη ιστορία της. Αυτή η κατάσταση ήταν αποτέλεσμα —μεταξύ των άλλων— των μεγάλων επιτευγμάτων της επιστήμης και ειδικά της ιατρικής αλλά και των ραγδαίων -από τη δεκαετία του ̓80 και μετέπειτα- τεχνολογικών εξελίξεων ενώ η πικρή πείρα των αιματηρών πολέμων οι οποίοι είχαν προηγηθεί, οδήγησε τους λαούς της να αναζητήσουν πιο ειρηνικούς τρόπους για τη διευθέτηση των διαφορών τους. Εκ πρώτης όψεως, αυτή φαίνεται να είναι μία ιδανική βάση για την ανάπτυξη των κοινωνιών, αλλά αν δεν σταθούμε στην επιφάνεια των πραγμάτων και προσπαθήσουμε να δούμε το βάθος της ανθρώπινης σκέψεως, θα ανακαλύψουμε νοητικές και ιδεολογικές παραδοχές τις οποίες σήμερα οι πάντες σχεδόν θεωρούν «αυτονόητες» αλλά στην πραγματικότητα δεν ήταν πάντοτε έτσι.
Καθώς λοιπόν η Δύση προσπαθούσε να γιατρέψει τις πληγές της από τους συνεχείς πολέμους οι οποίοι προηγήθηκαν, υπεύθυνα για τις αλληλοσφαγές
θεωρήθηκαν όλα τα χαρακτηριστικά των λαών τα οποία τους διαχωρίζουν και δυνητικά προκαλούν συγκρούσεις· οι θρησκείες, οι ιδεολογίες, οι εθνικές ιδιαιτερότητες και οι φυλετικές διακρίσεις έπρεπε να παραμερισθούν χάριν της συνεννόησης και ευημερίας των λαών. Οποιαδήποτε ιδεαλιστικού τύπου κοσμοθεωρία η οποία απαιτούσε αφοσίωση από τα μέλη της κατηγορήθηκε ως υπαίτια αυταρχισμού και βιαιότητας ενώ από τους ιδεολογικούς αλλά και πολιτικούς ταγούς των χωρών επεβλήθη ένας ιδεολογικός σχετικισμός ο οποίος στόχευε στο να επικρατήσει η κυρίαρχη ιδεολογία κατά την οποία η απόκτηση της υλιστικής ευμάρειας και η ικανοποίηση των κάθε λογής επιθυμιών σε
ατομικό επίπεδο είναι η υπέρτατη αξία στην κοινωνία αρκεί μόνο στην
προσπάθειά αυτή το άτομο να μην βλάπτει τον διπλανό ο οποίος έχει ακριβώς τους ίδιους στόχους στη ζωή του.
Στην εφαρμογή του αυτό το μοντέλο σε γενικές γραμμές, και παρά τις όποιες δυσκολίες, στις δυτικές χώρες λειτούργησε με επιτυχία· η επιστήμη και η ιατρική προόδευε συνεχώς εξαλείφοντας μέχρι πρότινος τρομερά θανατηφόρες νόσους ή μετατρέποντάς τις ουσιαστικά σε χρόνια νοσήματα και εξασφαλίζοντας πολύ καλή ποιότητα ζωής στους πάσχοντες, η καταξίωση του ανθρώπου μέσω της κατανάλωσης έγινε σχεδόν καθολικό πρότυπο ζωής στις δυτικές κοινωνίες, οι όποιοι πόλεμοι γίνονταν σε περιοχές εκτός του δυτικού κόσμου, τα αυταρχικά σοβιετικά καθεστώτα κατέρρευσαν σαν πύργος από τραπουλόχαρτα, οι οικονομικές κρίσεις με τον έναν ή τον άλλον τρόπο ρυθμίζονταν ενώ ήταν φανερό ότι κανείς πλέον στη Δύση δεν ήταν πραγματικά διατεθειμένος να δώσει το αίμα του για τις πεποιθήσεις του πλην περιθωριακών ίσως περιπτώσεων εγχώριας τρομοκρατίας. Ακόμα και η ισλαμική τρομοκρατία η οποία υπενθύμισε ότι κάποιοι άνθρωποι δεν φοβούνται να μεταχειρισθούν βία χάριν των ιδεών τις οποίες ακολουθούν, δεν στάθηκε ικανή να κλονίσει το οικοδόμημα το οποίο είχε, όπως φαινόταν, πολύ στέρεα θεμέλια. Τέλος, η ραγδαία πρόοδος της τεχνολογίας και ειδικά της πληροφορικής διευκόλυνε όσο ποτέ άλλοτε την επικοινωνία και τη μετακίνηση ανθρώπων αλλά και προϊόντων ή κεφαλαίων προκειμένου να υπάρχει μία συνεχής και -φαινομενικά-διατηρήσιμη ανάπτυξη. Η εμφάνιση όμως ενός αστάθμητου παράγοντα, της
πανδημίας του κορωνοϊού φαίνεται ότι απειλεί όλο αυτό το οικοδόμημα να το τινάξει στον αέρα για τους λόγους τους οποίους θα προσπαθήσω να εκθέσω παρακάτω.
Το κύριο πρόβλημα με τον κορωνοϊό, έναν ιό ο οποίος όπως φαίνεται έχει σχετικά μικρή θνητότητα (μεγαλύτερη πάντως από αυτήν της κοινής γρίπης) αλλά πάντως τρομακτική μεταδοτικότητα, είναι ότι το γεγονός ότι απειλεί λόγω των ιδιοτήτων του να εξαντλήσει τις αντοχές των συστημάτων υγείας ακόμα και των πιο ανεπτυγμένων κρατών. Προκειμένου λοιπόν αυτό να μη συμβεί και με το σύνθημα ότι η απόλυτη ζωή έχει πρώτη προτεραιότητα, τα περισσότερα κράτη είτε εγκαίρως είτε υπό το βάρος τραγικών εξελίξεων, πήραν την τολμηρή απόφαση να νεκρώσουν το σύνολο σχεδόν της οικονομικής ζωής των χωρών τους, πράγμα το οποίο ανέστειλε τη δράση του ιού, πλην όμως επέφερε σημαντικό πλήγμα στις οικονομίες των χωρών ενώ διεσπάρη και ένα κλίμα αβεβαιότητας για το τί μέλλει γενέσθαι ιδίως μέχρι να ανακαλυφθεί η θεραπεία ή το εμβόλιο για την καταπολέμηση της πανδημίας. Αυτό είναι το κρίσιμο σημείο στο οποίο υπεισέρχεται η πολιτική βούληση και υπό συνθήκες μπορεί να μας οδηγήσει και σε λίαν επικίνδυνες ατραπούς τις οποίες θα προσπαθήσουμε να περιδιαβούμε μέσα από την ανάλυση η οποία θα επακολουθήσει.
Όπως έδειξα και παραπάνω, η βάση πάνω στην οποία εδραιώθηκε η κυρίαρχη ιδεολογία είναι η υπόσχεση ότι με αυτόν τον τρόπο θα ξεπερασθούν οι παλαιές συγκρούσεις και οι λαοί δεν θα βιώσουν αυταρχικές διακυβερνήσεις. Η επέλαση όμως της πανδημίας του κορωνοϊού θέτει ένα κρίσιμο ερώτημα στις πολιτικές αλλά και ιδεολογικές ελίτ των χωρών· τί θα γίνει αν η κατάσταση συνεχισθεί επί μακρόν και τα κράτη αναγκασθούν να λαμβάνουν με κάθε έξαρση του ιού αυταρχικά μέτρα προκειμένου να αναστείλουν τη μετάδοσή του; Με αυτόν τον τρόπο τα έκτακτα αυταρχικά μέτρα γίνονται ουσιαστικά η νέα καθημερινότητα ενώ και οι οικονομίες οι οποίες στηρίζονταν στην ελεύθερη μετακίνηση ανθρώπων και κεφαλαίων – προϊόντων κινδυνεύουν με τρομακτική ύφεση η οποία θα προκαλέσει ανέχεια η οποία θα παραπέμπει σε παλαιότερες ζοφερές εποχές για τις οποίες μαθαίνουμε μέσα από τα μυθιστορήματα και τις ταινίες. Πλέον, το σύστημα είναι πολύ επικίνδυνο να έλθει αντιμέτωπο με τις εσωτερικές αντιφάσεις του και η κοινωνία, αν δεν επιδείξει τα κατάλληλα αντισώματα, να βιώσει μία πρωτοφανή κατάσταση με δυστοπικά χαρακτηριστικά. Ο μεγάλος κίνδυνος είναι να επιβάλλονται μέτρα από τους πολιτικούς κατά το δοκούν και με αφορμή την προστασία της ανθρώπινης ζωής να δημιουργηθεί μία κοινωνία στην οποία θεμελιώδεις εκφάνσεις του ανθρώπινου βίου όπως η υγιής κοινωνικότητα, οι συλλογικές δραστηριότητες και η πρόσωπο με πρόσωπο επαφή των ανθρώπων να αποτελούν αντικείμενο καχυποψίας και να ποινικοποιούνται ενδεχομένως χωρίς όμως σαφή και ορατή στόχευση δημιουργώντας ένα πρωτοφανές κλίμα τρομοκρατίας και ανασφάλειας στους πολίτες οι οποίοι θα έρχονται αντιμέτωποι με αντιφατικές δηλώσεις αλλά και αποφάσεις χωρίς κάποια εσωτερική συνοχή και χωρίς να έχουν τη δυνατότητα να διαχωρίσουν το αληθινό από το ψευδές, την πραγματικότητα από την πλαστή απεικόνισή της ιδίως από τα πολύ αμαρτωλά σε αυτόν τομέα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Ήδη μία πρόγευση λαμβάνουμε με τους επιστήμονες οι οποίοι περισσότερο δημιουργούν σύγχυση παρά φωτίζουν την κατάσταση και τους πολιτικούς οι οποίοι λαμβάνουν τη μία ημέρα μέτρα τα οποία αναιρούνται την επόμενη ή μέτρα τα οποία τηρούνται με τρόπο μεροληπτικό και χωρίς συνέπεια. Αυτό, πολλοί το θεωρούν αποτέλεσμα μίας ενορχηστρωμένης διεθνούς συνωμοσίας ενώ κάποιοι άλλοι απλώς επικαλούνται την άγνοια των επιστημόνων και των πολιτικών για την αντιμετώπιση της υπάρχουσας κατάστασης. Προσωπικά, φρονώ ότι είναι κάτι βαθύτερο· οι ίδιες οι αντιφάσεις του συστήματος το οποίο έρχεται αντιμέτωπο με μία τρομακτική απειλή βγαίνουν στην επιφάνεια και προσπαθώντας αυτό να σώσει την ύπαρξή του, κατατρώγει ό,τι υγιές έχει απομείνει από τον κοινωνικό ιστό με άγνωστες συνέπειες για το μέλλον όλων μας.
Σίγουρα η κατάσταση την οποία περιγράφω και δεν φαίνεται να είναι και η πλέον φωτεινή και ευχάριστη. Εν τούτοις, στην ιστορία ένα πράγμα το οποίο σίγουρα ισχύει είναι ότι δεν υπάρχουν αναπόφευκτες εξελίξεις και όσοι το ισχυρίσθηκαν τώρα ή στο παρελθόν, στις περισσότερες των περιπτώσεων διαψεύσθηκαν οικτρά. Για μένα, κρίσιμη παράμετρος του πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση είναι τα αντισώματα τα οποία διαθέτουν οι κοινωνίες και εν προκειμένω η ελληνική. Ίσως η απάντηση στον νέο αυταρχισμό ο οποίος αναφύεται είναι να στραφούμε, όσο και αν φανεί κοινός τόπος, στις διαχρονικές συνισταμένες του βίου και να αμφισβητήσουμε ανοιχτά το υλιστικό κοινωνικό μοντέλο το οποίο οδηγεί σε αδιέξοδο. Τέλος, οφείλουμε πάση θυσία να ανασυνταχθούμε ως κοινωνία ανυψούμενοι ως μία γροθιά απέναντι στις επιστημονικές, ιδεολογικές και πολιτικές ελίτ και δηλώνοντας με παρρησία ότι δεν πρόκειται να δεχθούμε επ’αφορμή ή τη προφάσει της καταπολέμησης της πανδημίας μόνιμη παραβίαση των ατομικών και συλλογικών δικαιωμάτων μέσα από τα οποία διαφυλάσσεται συνεκτικότητα της κοινωνίας. Πλέον, είναι τόσο κρίσιμο όσο ποτέ το να υπάρξει η περιπόθητη «εθνική ομοψυχία». Είναι θέμα ζωής και θανάτου, συλλογικού αυτήν τη φορά.
Πάτρα, 8 Μαΐου 2020 μ.Χ.
Πέτρος Γαλάνης